
Serious Sam 4 Review | I Will Crush You_

Όλη η σειρά των Serious Sam τοποθετείται στην κατηγορία των first person shooters αναπτυσσόμενη από τα studios της Croteam. Ξεκινώντας από την πρώτη κιόλας προσπάθεια του Serious Sam: The first Encounter στις 21 Μαρτίου του 2001, το παιχνίδι πραγματοποίησε εξαιρετική πορεία, με την κοινότητα του gaming να το επευφημεί, επιτρέποντας στους ιθύνοντες να στοχεύσουν ακόμη πιο ψηλά. Δυστυχώς όμως αυτό δεν έγινε, με τη συνέχεια της σειράς να μην ανταποκρίνεται στις προσδοκίες, κάτι που άφησε συναισθηματικά υπολείμματα απογοήτευσης στους θαυμαστές και υποστηρικτές του τίτλου. Όλα τα παιχνίδια της περιστρέφονται γύρω από ένα συγκεκριμένο μοτίβο, το οποίο είναι οι μεγάλες αρένες με τους εχθρούς να καταφθάνουν σε ορδές, τις εντυπωσιακές και πρωτότυπες διαδρομές και το ιδιαίτερο ύφος του πρωταγωνιστή Sam Stone να βρίσκεται σε απολύτως αυταρχική ατμόσφαιρα με υπερβολική δόση αυτοπεποίθησης, καθώς έρχεται αντιμέτωπος με τις ορδές κατά την εξέλιξη του παιχνιδιού. Όλα τα προαναφερόμενα είναι απολύτως αποδεκτά από τους φίλους του παιχνιδιού και είναι εκείνα που τονίζουν την ιδιαίτερη υπογραφή του τίτλου. Εξαιρουμένου του πρώτου τίτλου, όλες οι υπόλοιπες προσπάθειες δεν είχαν να επιδείξουν τίποτα το διαφορετικό και καινούριο, καθώς επίσης τα στοιχεία που έκαναν τον τίτλο μοναδικό και ιδιαίτερο ολοένα και λιγόστευαν.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ_
Στο Serious Sam 4 διακρίνονται παρ’ όλα αυτά ανάμεικτα συναισθήματα κατά την υλοποίησή του. Κάνουν την εμφάνισή τους στοιχεία που ανέδειξαν τη σειρά ξανά με έναν καλύτερο τρόπο αλλά από την αντίπερα όχθη. Υπάρχουν μειονεκτήματα, που θα μπορούσαν εύκολα να αποφευχθούν, αναγκάζοντας τον τίτλο να κινηθεί στη μετριότητα. Ξεκινώντας από τα γραφικά οικοδομήματα παρατηρούνται εύκολα οι δυσανάλογες γραμμές προτεραιότητας που αποδόθηκαν στα οπτικά του τίτλου. Τα sceneries θεωρούνται εκπληκτικά αναγκάζοντας τον χρήστη να κάνει παύση της διαδρομής για να απολαύσει το background και τα τέρατα είναι λεπτομερέστατα προσεγμένα μέχρι και το τελευταίο pixel. Από την άλλη όμως φαίνεται ότι παραμελήθηκαν σε μέγιστο βαθμό τα γραφικά της διαδρομής κάνοντας αρκετές φορές την απεικόνιση κοντινών objects με pixels και επίσης στα δέντρα δεν τους έχει δοθεί υπόσταση κάνοντας τον παίχτη σε μερικές περιπτώσεις να μπορεί να διαπεράσει ανάμεσά τους σαν να μην υπήρχαν. Ο φωτισμός δεν είναι βοηθητικός, σε αρκετές περιπτώσεις, κάνοντας δύσκολη τη στόχευση των μακρινών mob. Κάποιες αρένες θεωρούνται unbalanced και υπάρχει εμφανές πρόβλημα στην παροχή και εύρεση ammo ιδιαίτερα στα μεγαλύτερα επίπεδα δυσκολίας. Το final boss μόνο, αν και αρχικά έδειχνε ενδιαφέρον και πρωτότυπο, εξελίσσεται σε μονότονο. Τα γραφικά των cinematics βρίσκονται επιεικώς στη σφαίρα του άσχημου και μερικές φορές ο ήχος δεν μπορεί να ακολουθήσει σωστά το βίντεο. Οι χρόνοι φόρτωσης είναι μεγάλοι, κάτι που θα ήταν εφικτό να αντιμετωπιστεί εύκολα μετατρέποντας τις αποστολές μικρότερες σε έκταση αλλά μεγαλύτερες σε πλήθος.

ΤΙ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ_
Παρά ταύτα, το παιχνίδι προσφέρει πολύ όμορφο gameplay με τρομερό μουσικό υπόβαθρο εκτοξεύοντας την εμπειρία καθ’ όλη τη διάρκειά του. Διαθέτει επίσης side missions με την ανταμοιβή τους να είναι ιδιαίτερα δελεαστική σε attachments κάνοντας το οπλοστάσιο του παίχτη ισχυρότερο και το έργο του για την καταπολέμηση των εχθρών ευκολότερο. Πέραν των side missions την εμφάνισή τους στο παιχνίδι κάνουν και μυστικά rooms με πλούσιο περιεχόμενο προς αξιοποίηση. Συνάμα, προσφέρεται ένα skill tree με το οποίο ο χρήστης έχει τη δυνατότητα επιλογής των perk της αρεσκείας του, κάτι που ευδιακρίτως βελτιώνει τις δυνατότητες μάχης καθώς η ιστορία εκτυλίσσεται. Πιο συγκεκριμένα ένα perk παρέχει στον παίχτη πιο γρήγορο reload, ένα άλλο μετατρέπει τα mobs κατά τον “τερματισμό” τους να δίνουν ammo ή ένα άλλο perk ακόμη να προσφέρει τη δυνατότητα dual wielding, επιτρέποντας τη χρήση όπλων και από τα δύο χέρια. Επιπροσθέτως, το ύφος του πρωταγωνιστή Sam, όπως και οι προκάτοχοί του, είναι χιουμοριστικού χαρακτήρα έχοντας τρομερή δόση αυτοπεποίθησης ενάντια στους χιλιάδες εχθρούς που του επιτίθενται. Με καυστικό τρόπο προς τους “άμυαλους” εχθρούς πραγματοποιούνται και οι συνομιλίες με την ομάδα είτε στα cinematics, είτε και με τη μορφή ενδοεπικοινωνίας, καθώς διαδραματίζεται η αποστολή.

Στα θετικά επίσης του παιχνιδιού αποτελεί και η προσθήκη των εννέα διαφορετικών gadgets που μεταδίδουν μια ξεχωριστή χροιά στις δύσκολες καταστάσεις. Ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει drones, που χτυπούν τους εχθρούς παραλλήλως με τον Sam, rage serums που κατά τη χρησιμοποίησή τους μετατρέπουν τον Sam σε killing machine, όχι πως δεν ήταν και προηγουμένως, παρέχοντάς του επιπλέον damage και speed για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Aκόμη, το decoy σπέρνει την παραπλάνηση στους αντιπάλους κάνοντάς τους να κυνηγούν εκείνο αντί τον Sam, το time wrap gadget μετατρέπει τους κακούς της περιοχής σε πραγματικά slow motion, ενώ επιτρέπει στον παίχτη να κάνει κανονική κίνηση δίνοντάς του το πλεονέκτημα σε δύσκολες καταστάσεις και το psycho–grenade δημιουργεί σύγχυση στους εχθρούς κάνοντάς τους να χτυπιούνται μεταξύ τους. Δε θα μπορούσαν να λείπουν τα life injectors που προσθέτουν ζωή εκεί που χρειάζεται, την black hole που απορροφά τα πάντα εκτός από τον Sam, τις mini nuke grenade που καταστρέφουν τα πάντα στο πέρασμά τους και τέλος το H.E.A.R.T (Hypovolemic Emergency Automated Revival Technology) που παρέχει μια έξτρα ευκαιρία, εάν το health του Sam αγγίξει το μηδέν, από το σημείο που βρισκόταν. Σε κάποια σημεία του παιχνιδιού αξιοποιούνται και “οχήματα” για την επίτευξη των στόχων της αποστολής. Η είσοδος των headshots στο παιχνίδι δημιουργεί μια ιδιαίτερη αίσθηση, κάτι που ειδικά στους προηγούμενους τίτλους μπορεί να έλειπε. Το παιχνίδι παρέχει πολύ ωραία boss fights με μόνη εξαίρεση να είναι του τελευταίου καθώς καταντάει μονότονο.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ_
Εν κατακλείδι, είναι ένας αξιόλογος τίτλος που δυστυχώς θα μπορούσε να προσεχθεί καλύτερα. Παρ’ όλα αυτά προσφέρει όμορφες στιγμές με το gameplay του διατηρώντας τα ωραία στοιχεία και ίσως κάνοντάς τα ακόμη καλύτερα από τους προκάτοχούς του.