
Death’s Door Review | Reaping Souls_

Συχνά ζητάμε από τα παιχνίδια μας να είναι πρωτότυπα, μοναδικά, να μην μοιάζουν με κανένα και να εξελίσσουν το είδος τους. Πολλές φορές αποκαλείται «κλώνος» ένας τίτλος που φέρει χαρακτηριστικά κάποιου άλλου, που δανείζεται στοιχεία και δεν ντρέπεται να το δείξει. Όταν όμως τα καταφέρνει τόσο καλά όσο το Death’s Door, δεν μπορούμε παρά να παίξουμε και να αφήσουμε στην άκρη κάθε τάση για γκρίνια.
Πρόκειται για ένα action RPG της σχολής του The Legend of Zelda, με dungeons, εξερεύνηση και απόκτηση ικανοτήτων και εργαλείων που ανοίγουν νέες διόδους, προηγουμένως μη προσβάσιμες. Το Death’s Door είναι δημιούργημα δύο μόνο ανθρώπων και «φοράει» τις επιρροές του σε πολύ εμφανές σημείο, αλλά δεν ντρέπεται και δεν έχει λόγο για να ντραπεί, αφού είναι από τα πολύ αξιόλογα δείγματα του είδους του και θα κερδίσει με άνεση πολύ κόσμο, είτε είναι αφοσιωμένοι fans, είτε όχι.

Θερίζοντας ψυχές… 09:00 με 17:00
Το Death’s Door ξεκινά σε ασπρόμαυρο κάδρο και μας βάζει στην ενδιαφέρουσα και διασκεδαστική του πλοκή με noir ύφος, στέλνοντάς μας στον ρόλο ενός κατάμαυρου κορακιού που «θερίζει» τις ψυχές των νεκρών. Η παρουσίαση είναι χιουμοριστική και ευφάνταστη παρά τις μακάβριες προεκτάσεις· ο κόσμος των θεριστών εμφανίζεται ως γραφείο εργασίας, με γραφομηχανές και βαριεστημένους υπαλλήλους, αλλά και με πόρτες προς άλλες διαστάσεις. Σε μία τέτοια μπαίνουμε για να βρούμε την ψυχή που αναζητούμε, η οποία όμως έχει κλαπεί και έτσι μπαίνουμε σε περιπέτειες, ψάχνοντας την ίδια αλλά και τον κλέφτη, σε μία φανταστική ιστορία μικρού μεγέθους (8 περίπου ωρών για την ακρίβεια) που μας πάει σε παράξενους κόσμους και φέρνει μπροστά μας αλλόκοτα πλάσματα. Θα πάμε στο σπίτι μιας μάγισσας, θα πολεμήσουμε έναν ψωνισμένο τεράστιο βάτραχο που δίνει τίτλους τιμής στον εαυτό του, θα βοηθήσουμε έναν τύπο με μία κατσαρόλα γεμάτη σούπα αντί για κεφάλι… Καθημερινές καταστάσεις, όταν είσαι ένα κοράκι που μαζεύει ψυχές. Η ιστορία είναι διαρκώς διασκεδαστική, με πετυχημένους χαρακτήρες και καλογραμμένους διαλόγους, και αποτελεί ιδανικό υπόβαθρο για τη δράση.

Εκτός των γραφείων, οι πίστες έχουν χρώματα και είναι πανέμορφες, γεμάτες στιλ και προσωπικότητα, με εξαιρετικό εικαστικό ύφος και άριστο σχεδιασμό, που τονίζονται από το κομψό animation των χαρακτήρων που φιλοξενούν, με μοναδικό ελάττωμα κάποιες πτώσεις στο framerate (σε Xbox One, όπου δοκιμάσαμε τον τίτλο) που ενοχλούν όταν βρισκόμαστε σε έντονες μάχες. Η μουσική ενισχύει την εξαιρετική ατμόσφαιρα, με μελωδίες που έχουν ως βάση το πιάνο και «ντύνουν» άριστα την περιπέτεια, ακολουθώντας πιστά το παραμυθένιο-μακάβριο-αστείο ύφος.
Η μάχη δεν γίνεται ρουτίνα, έχει όμως ξεκάθαρες ρουτίνες
Οι εχθροί είναι επίσης πολύ πετυχημένα σχεδιασμένοι, είτε πρόκειται για απλούς αντιπάλους «του κιλού», είτε για μεγάλα, επιβλητικά bosses. Κάθε επίθεση γίνεται ξεκάθαρη μέσω του οπτικού feedback που δίνει το animation, και έτσι έχουμε πάντα αρκετό χρόνο για να αποφύγουμε τα χτυπήματα και να δράσουμε εγκαίρως. Και, καθώς οι μάχες του Death’s Door βασίζονται στη γρήγορη ανάγνωση και ερμηνεία των κινήσεων των εχθρών, στην ανάλυση των μοτίβων των επιθέσεων και στα γρήγορα αντανακλαστικά, ο ξεκάθαρος σχεδιασμός είναι ένα σημαντικό στοιχείο, που κάνει τις μονομαχίες να λειτουργούν άψογα. Επίσης, ενδιαφέρον έχει το στήσιμο των εχθρών στον κόσμο: οι τύποι τους είναι διασκεδαστικοί και ο επαρκής αριθμός τους είναι ιδιαίτερα καλοδεχούμενος, αφού δεν νιώθουμε πως παλεύουμε συνεχώς με τα ίδια τέρατα. Οι μάχες είναι απαιτητικές και θέλουν τη συνεχή προσοχή μας, ενώ τα bosses, ιδίως, εμφανίζουν πολύ εμπνευσμένες ρουτίνες στο μεγαλύτερο μέρος τους, με μερικές μόνο κάπως βαρετές εξαιρέσεις.

Η δομή της εμπειρίας πατάει σε αρχές metroidvania, με νέες ικανότητες που αποκτούνται και ανοίγουν προηγουμένως κλειστούς διαδρόμους, αλλά και που αξιοποιούνται στην επίλυση διασκεδαστικών, εύκολων περιβαλλοντικών γρίφων. Υπάρχει και ένα σύστημα αναβάθμισης του χαρακτήρα μας, το οποίο δουλεύει με τη συλλογή ψυχών από τους εχθρούς, που δεν ακολουθεί την προσέγγιση των souls-like και έτσι όσες μαζέψουμε δεν χάνονται όταν πεθαίνουμε. Συνεπώς, δεν πρόκειται για roguelike τίτλο, και δεν ξεκινάμε από την αρχή του παιχνιδιού σε κάθε θάνατο, αλλά από checkpoints που είναι τοποθετημένα ολόσωστα και αρκετά συχνά, ώστε να μην έχουμε έναν πολύ δύσκολο τίτλο, αλλά έναν αρκετά απαιτητικό για να υπάρχει πρόκληση συνεχώς χωρίς απαγορευτικά «αδιέξοδα».
Κόβουμε δρόμο, σε στιλ Dark Souls
Ο σχεδιασμός των επιπέδων, πάντως, δανείζεται από τα Dark Souls, και παρουσιάζει περίπλοκες πίστες με πολλαπλά shortcuts για να ξεκλειδώσουμε. Το design είναι κορυφαίας ποιότητας και η εξερεύνηση από τα πολύ δυνατά στοιχεία του Death’s Door, χορταστική, άψογα στημένη, γεμάτη μυστικά και ενδιαφέρουσες ανακαλύψεις. Ο περίπλοκος κόσμος αυτός, όμως, χρειαζόταν και έναν αναλυτικό χάρτη ή κάποιας μορφής καθοδήγηση, στοιχεία που απουσιάζουν εντελώς και δημιουργούν προβλήματα πού και πού, μπερδεύοντας τη ροή και προκαλώντας άσκοπες περιπλανήσεις, παρόλο που ξέρουμε ακριβώς πού επιθυμούμε να πάμε. Ακόμα, ο χειρισμός του χαρακτήρα μας και η κίνησή του στον χώρο, σε ορισμένες περιπτώσεις που απαιτούν μεγάλη ακρίβεια, δεν αποδίδουν όσο θα θέλαμε, στέλνοντάς μας στο κενό με ένα μικρό στραβοπάτημα.

Οι δυνατότητες που αποκτούμε είναι ικανοποιητικές, αλλά, δυστυχώς, δεν ισχύει το ίδιο σε κάθε πτυχή της προόδου και της αναβάθμισης του χαρακτήρα μας. Τα upgrades που αγοράζουμε με τις ψυχές που συλλέγουμε δεν είναι αρκετά αποδοτικά και δεν κάνουν μεγάλη διαφορά, ενώ είναι πολύ απλοϊκά, βασικού τύπου, και δεν «κουμπώνουν» ιδανικά στο σύστημα μάχης που βασίζεται κυρίως στις ικανότητες του παίκτη. Κατά συνέπεια, δίνεται η εντύπωση πως οι μηχανισμοί αναβάθμισης μπήκαν απλώς για να υπάρχει η ψευδαίσθηση της προόδου και να δίνεται λόγος για να μαζεύουμε ψυχές και να εμπλεκόμαστε σε μάχες (αν και το διασκεδαστικό σύστημα μονομαχίας είναι από μόνο του αρκετό για να το κάνουμε).

Ελλείψεις αλλά και έξυπνες ιδέες
Το πιο μελανό σημείο του Death’s Door εντοπίζεται στα όπλα, που έχουν τοποθετηθεί σε μυστικά σημεία και αραιά μεταξύ τους, όμως δεν έχουν αρκετές διαφορές ώστε να υπάρχει νόημα σε κάτι τέτοιο. Έχουμε ένα πιο αργό αλλά πιο ισχυρό, ένα πιο γρήγορο που κάνει περισσότερα combos αλλά λιγότερη ζημιά και άλλα, παρόμοια, χωρίς ιδιαίτερες δυνάμεις και ικανότητες, ενώ είναι όλα melee και οι κινήσεις των επιθέσεών τους μοιάζουν αρκετά. Μπορούσαν να είχαν σχεδιαστεί μοναδικά όπλα, με μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις, για να διατηρείται το ενδιαφέρον και να προκύπτουν πειραματισμοί. Τέλος, παρά την ικανοποιητική δυσκολία και τη δίκαιη φύση της, εμφανίζονται κάποια σημεία που ξαφνικά ανεβάζουν πολύ τις ταχύτητες και μας βάζουν αντιμέτωπους με απότομα αυξημένη πρόκληση, πλήττοντας έτσι την ισορροπία που κατά τ’ άλλα είναι καλοστημένη.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν μερικά συστήματα όπως η ανάκτηση ζωής και μαγείας, που εκμεταλλεύονται τον περίγυρό μας και μας αναγκάζουν να παίρνουμε αποφάσεις συνεχώς. Συγκεκριμένα, η ζωή γεμίζει σε ορισμένα σημεία, όταν φυτεύουμε στο χώμα λουλούδια που βρίσκουμε ως αντικείμενα. Τα φυτά, όταν τα τοποθετήσουμε, παραμένουν μόνιμα εκεί, και η λειτουργία τους επανέρχεται όταν χάνουμε, άρα καλούμαστε να στήσουμε τα σημεία θεραπείας σε σωστές τοποθεσίες για να βολεύουν και να καλύπτουν τις πιο δύσκολες προκλήσεις της κάθε πίστας.

Επίσης, η μαγεία, που χρησιμοποιείται για να κάνουμε ειδικές ranged επιθέσεις, γεμίζει όσο χτυπάμε εχθρούς ή αντικείμενα του χώρου με melee όπλα, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να γνωρίζουμε πού υπάρχουν κιβώτια και βάζα για να πάρουμε πίσω την ενέργεια, ή να αναγκαστούμε να ορμήσουμε στη μάχη σώμα με σώμα για να μπορέσουμε να γεμίσουμε και να χτυπάμε πάλι από μακριά. Πρόκειται για ένα εύστοχο σύστημα που μας βάζει να εναλλάσσουμε τρόπο μάχης συνεχώς και να μαθαίνουμε να αξιοποιούμε τις δυνατότητες του χαρακτήρα μας σε κάθε περίσταση.
Συμπέρασμα
Τελικά, παρά τα ελαττώματά του και τις ελλείψεις του, το Death’s Door έχει αρκετά στοιχεία που κλέβουν την παράσταση και κερδίζουν τις εντυπώσεις, καθιστώντας το ένα από τα πολύ αξιόλογα παιχνίδια της φετινής χρονιάς, και ρίχνοντας τα φώτα πάνω στην εταιρεία ανάπτυξής του που εξελίχθηκε τρομερά σε σχέση με τον προηγούμενο τίτλο της, Titan Souls. Ανυπομονούμε για τα μελλοντικά πρότζεκτ της και σας προτείνουμε ανεπιφύλακτα το Death’s Door.
Θετικά
- Πανέμορφος σχεδιασμός
- Κορυφαίο level design
- Πετυχημένη μουσική
- Χορταστική εξερεύνηση
- Διασκεδαστική μάχη
- Ενδιαφέρον σενάριο
- Μερικές ιδιαίτερες ιδέες
Αρνητικά
- Κάποια framedrops
- Ανούσια upgrades
- Αδιάφορα όπλα
- Προβλήματα στον χειρισμό
- Απότομες αυξομειώσεις δυσκολίας
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ # 8/10